Αναβάλλουμε για να αποφύγουμε δυσάρεστα συναισθήματα γιατί πίσω από κάθε αναβολή κρύβονται φόβοι, ελπίδες, αναμνήσεις, αμφισβήτηση και πιέσεις. Στο τέλος της ημέρας, όσο επώδυνο κι αν είναι να ασκούμε στον εαυτό μας κριτική επειδή είμαστε αναβλητικοί, πολλές φορές η αυτοκριτική αυτή είναι πιο εύκολα ανεκτή από τα συναισθήματα φόβου που κυριαρχούν όταν προσπαθούμε να κάνουμε ένα άνοιγμα προς τα έξω, αφού ο φόβος της αποτυχίας ή το να μη φανούμε ανεπαρκείς καταλήγει να είναι μεγαλύτερος.
Αρκετοί απ’αυτούς που αναβάλουν συχνά λένε ότι ο ανταγωνισμός είναι τόσο μεγάλος και η προσδοκία των άλλων τόσο αγχωτική, που το στρες και η αίσθηση έλλειψης ελέγχου τους καθηλώνει. “Όταν σε μια κοινωνία ο ορισμός του επιτυχημένου εξαρτάται από τα χρήματα, το κύρος, ή την ομορφιά, δηλαδή ορίζεται με βάση την τελειότητα, πώς εγώ να τολμήσω να προσπαθήσω;”, συνηθίζουν να λένε στους άλλους αλλά και στον εαυτό τους.
Είναι όμως έτσι; Αν ο φόβος για δράση είναι η βασική αιτία της αναβλητικότητας γιατί τότε όλοι οι άνθρωποι δεν είναι αναβλητικοί; Πού διαφέρουν όσοι δεν αναβάλλουν; Για να καταλάβουμε πως επιλέξαμε να θέσουμε την αναβλητικότητα ως κύριο εμπόδιο στο ν’ανταπεξερχόμαστε, ίσως να χρειαστεί να πάμε λίγο πίσω στην ιστορία μας.
Ας προσπαθήσουμε να θυμηθούμε την πρώτη φορά που χρονοτριβήσαμε. Ποιες ήταν οι συνθήκες; Μήπως, για παράδειγμα, είχαμε μια σχολική εργασία ή κάτι που μας είχαν πει οι γονείς μας να κάνουμε; Σε ποια ηλικία συνέβη αυτό; Ποιο ήταν το τελικό αποτέλεσμα και τι αισθήματα προκάλεσε;
Για πολλούς, τα πρώτα συμπτώματα αναβλητικότητας εμφανίστηκαν στο σχολείο, την πρώτη επίσημη εισαγωγή ενός παιδιού στη μεγαλύτερη ανταγωνιστική κοινωνία όπου τα παιδιά ταξινομούνται ανάλογα με το βαθμό. Οι έξυπνοι, οι τεμπέληδες -που όμως έχουν δυνατότητες-, οι προβληματικοί, τα καλά παιδιά -αλλά με περιορισμένες δυνατότητες-. Μπορεί να έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, αλλά πολλοί ενήλικες δεν έχουν βγάλει αυτή, την πρώτη ταμπέλα από πάνω τους.
Υπάρχουν και εκείνοι που συνεχίζουν να έχουν μια ανασφάλεια λόγω μαθησιακών περιορισμών όπως δυσκολία στην ανάγνωση, δυσκολία στα μαθηματικά ή διάσπαση προσοχής. Ακόμα κι αν οι δεξιότητές τους έχουν βελτιωθεί έκτοτε, δεν αισθάνονται απόλυτα ασφαλείς και ενδόμυχα φοβούνται ότι κάποιος θα το ανακαλύψει. Και πίσω στα σχολικά χρόνια η αναβλητικότητα ήταν μια πραγματικά έξυπνη στρατηγική για ένα παιδί που ήθελε να καλύψει τις αδυναμίες του. Τότε, στο σχολείο αν ανέβαλες θα ήσουν ο τεμπέλης με τις δυνατότητες και όχι απλά το καλό παιδί που όμως μέχρι εκεί φτάνει.
Είναι χρήσιμο να προσπαθήσουμε να ανακαλέσουμε και τα μη λεκτικά μηνύματα. Πολλές φορές η πίεση ή η αμφισβήτηση μεταφέρονται με τη γλώσσα του σώματος, τον τόνο της φωνής, ένα ανεβασμένο φρύδι ή ένα μορφασμό. Υπήρχαν παρόμοια ή άλλα μηνύματα και πώς αυτά έχουν επηρεάσει τη ζωή μας;
Σήμερα, πώς μιλάμε εμείς στον εαυτό μας και πόσο ο τρόπος που μας μιλάμε επηρεάζει την αναβλητικότητά μας; Όταν η εσωτερική μας φωνή λέει “Εάν δεν το κάνεις τέλεια, καλύτερα μην το κάνεις καθόλου” εμείς τι απαντάμε; Σπεύδουμε να συμμορφωθούμε προς την “εσωτερική φωνή” που εμφανίζεται από το πουθενά; Ας δοκιμάσουμε να απαντήσουμε: «Ποιος το λέει αυτό τώρα; Που το έχεις δει γραμμένο; Έχεις να μου δείξεις τίποτα data που να τεκμηριώνουν ότι το καθόλου είναι καλύτερη επιλογή από το “αρκετά καλά;”
Κάποια όπλα-βήματα στη μάχη κατά της αναβλητικότητας
Όλα βέβαια πρέπει να ξεκινήσουν με την παραδοχή ότι η διαδικασία θα είναι δύσκολη όπως οποιαδήποτε αλλαγή. Μιλάμε για εσωτερικές διαδικασίες όχι για μαγικά ξόρκια ούτε για το μαγικό “Αμπρακαντάμπρα” που λύνει τα δεσμά, μόλις το ψελλίσουμε. Δεν σπεύδουμε να απογοητευθούμε εάν το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που έχουμε αρχικά φανταστεί.
Σε πρώτη φάση καθοριστική σημασία έχει το να έχουμε ξεκαθαρίσει τι είναι σημαντικό για εμάς και όχι για τους άλλους. Πόσο έχουμε εξασκηθεί στο να λέμε όχι σε όσα δεν θέλουμε να κάνουμε. Φυσικά όλοι δεσμευόμαστε από υποχρεώσεις που συχνά δεν ταυτίζονται με τα θέλω μας και δεν μας είναι και απολύτως αρεστές όμως η διαφορά είναι πολύ μεγάλη όταν το “πρέπει” το κάνουμε με επίγνωση.
Ζητάμε βοήθεια από τους άλλους. Πολλοί ντρέπονται είτε γιατί το θεωρούν αδυναμία ή γιατί πιστεύουν ότι δεν αξίζουν βοήθεια ή γιατί φοβούνται ότι θ’ακούσουν όχι. Όταν χρειαζόμαστε βοήθεια επιλέγουμε ανθρώπους ευγενικούς, σταθερούς, που θα μας ενθαρρύνουν, θα είναι υποστηρικτικοί αλλά και ρεαλιστές.
Μικρά βήματα. Ο μόνος τρόπος για να επιτύχουμε ένα στόχο, άσχετα με το πόσο μεγάλος ή μικρός είναι, είναι ένα βήμα τη φορά. Ξεκινάμε, κάνοντας τα πιο εύκολα πράγµατα. Κάνοντας τα µικρά πράγµατα, θα αισθανθούμε καλά και θα μας δώσει ώθηση και για τα µεγαλύτερα.
Νόμος: Δεν περιμένουμε τις τέλειες συνθήκες για να δραστηριοποιηθούμε.
Δεν είναι ανάγκη να είναι όλα τέλεια. Εάν είστε τελειομανής, μπορεί να πέσετε στη παγίδα να τα κάνετε όλα τέλεια, ακόμα και αν δεν είναι απαραίτητο.
Βάζουμε συγκεκριμένους στόχους. Όσοι αναβάλουμε, έχουμε την τάση να κάνουμε αόριστα σχέδια τύπου, θα οργανωθώ. Τι σημαίνει θα οργανωθώ; Τι είναι για σένα οργάνωση;
Keep walking. Κάντε αυτό που φοβάστε να κάνετε και συνεχίστε να το κάνετε. Είναι ο γρηγορότερος τρόπος να υπερνικήσετε το φόβο. Μεγάλο κλισέ αλλά είναι αλήθεια. Όπως ακριβώς το έλεγε ο Τσώρτσιλ: “‘Οταν βρεθείς να περπατάς μέσα στην Κόλαση, συνέχισε να περπατάς”.
Σχόλια